Ο θρύλος για την κεντρική εκκλησία του χωριού

 

ΘΡΥΛΟΙ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ

 

 Ο θρύλος για την ίδρυση της κεντρικής εκκλησίας «Κοίμηση της Θεοτόκου»

Η κεντρική εκκλησία του χωριού

Μια παρέα- συντροφιά από Κερασοβίτες ξυλοκόπους-πριονάδες, με πρωτομάστορα κάποιον Τάσιο Νάκο με τα ζώα τους φορτωμένα με ξυλεία από το Σμόλικα ταξίδευε για τα λιμάνια της Βορείου Ηπείρου όπου θα την πουλούσαν. Κατά πολλές μαρτυρίες αυτή ήταν η κύρια ασχολία των κατοίκων του χωριού στα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Ίσως αυτό να εξηγεί και την προέλευση της λέξης Κεράσοβο από το κερατζής που σημαίνει αυτόν που μεταφέρει ξύλα με τα ζώα του για να τα εμπορευτεί.

Θα ήταν άνοιξη ή καλοκαίρι του 1810-1811. Στην επιστροφή στάθηκαν σε κάποιο λιβάδι για να περάσουν τη νύχτα τους και να βοσκήσουν και τα ζώα τους. Ένας αγροφύλακας (δραγάτης) της περιοχής τους πλησιάζει και τους λέει να φύγουν από κει γιατί στο μέρος αυτό τη νύχτα βγαίνει ένα θηρίο και κατασπαράζει τα ζώα. Δεν του έδωσαν σημασία καθώς πίστεψαν ότι ήταν μια δικαιολογία για να τους διώξει από το λιβάδι και να μείνει το χόρτο άθικτο από τα ζώα των ξένων. Άλλωστε τι είχαν να φοβηθούν αυτοί οι σκληροτράχηλοι άντρες;

Άναψαν λοιπόν φωτιά και ξάπλωσαν για να κοιμηθούν. Μόλις όμως έπεσε για καλά η νύχτα, άκουσαν έναν ανατριχιαστικό θόρυβο, ένα βρυχηθμό θηρίου. Τα ζώα τους χλιμίντριζαν τρομαγμένα. Ο Τάσιος Νάκος πετάγεται πρώτος πάνω. Αρπάζει το τσεκούρι του και πετάει προς το θηρίο τη βελέντζα (φλοκάτη)  που σκεπάζονταν. Το παράξενο τέρας είχε πλησιάσει και τώρα το φώτιζαν οι φλόγες της φωτιάς. Κανείς δεν είχε ξαναδεί κάτι παρόμοιο. Είχε μεγάλα φτερά νυχτερίδας και κεφάλι γάτας. Άρπαξε με τα δόντια του τη βελέντζα και πάνω στη μανία του μπλέχτηκαν τα νήματα στα δόντια και στα νύχια του. Βρίσκει λοιπόν την ευκαιρία ο Τάσιος Νάκος και ορμάει καταπάνω του με το κοφτερό του τσεκούρι. Γεροδεμένος καθώς ήταν και άριστος χειριστής του τσεκουριού κατάφερε στο θηρίο καίρια και αποφασιστικά χτυπήματα. Το τέρας έπεσε στο χώμα βαριά λαβωμένο και αφού χτυπήθηκε πολλές φορές, ξεψύχησε μέσα σε άγρια βογκητά.

Οι ντόπιοι  ένιωσαν μεγάλη ευγνωμοσύνη για τους ήρωες Κερασοβίτες και δεν ήξεραν πώς να τους ευχαριστήσουν. Στο τέλος τους έδωσαν τρόφιμα γι’ αυτούς και τα ζώα τους και τους ξεπροβόδισαν. Στο δρόμο αποφάσισαν ότι σαν φτάσουν στο χωριό και τους καλέσει ο Μπέης για να τους τιμήσει, αυτοί να μη δεχτούν ούτε χρήματα ούτε τιμές αλλά την άδεια για να φτιάξουν την εκκλησία του χωριού. Ο Μπέης τους έδωσε την άδεια κι έτσι έγινε η εκκλησία της Κοίμησης της Θεοτόκου στην πλατεία του χωριού.

 

                                                                        Δημήτρης Τέλλης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου